78. «Lu aveamu̯ ca oδiγo. Nă dutsea, nă alăşa, şi s’ tărna năpoi…» – Μεγαλώνοντας στη φύση

Ηχογράφηση με τη μητέρα μου, Μαρία Λέντζιου Σίββα (Νέα Ευκαρπία, 17 Φλεβάρη 2022). Ihuγrafişi̯ cu dada, Maria Lendziou Sivva (Limbet, la 17 di Şcurt 2022). Η μητέρα μου διηγείται πώς μας άφησε εμένα και τα αδέρφια μου να μεγαλώσουμε με πολλά ζώα και μέσα στη φύση στη Νέα Ευκαρπία. Ιδιαίτερη αναφορά γίνεται και στα σκυλιά μας: τη Σούομι, και το τσομπανόσκυλο Νταγιάν. Δεν είναι ο προγενέστερος ‘Δρυμιώτης’ Νταγιάν της ηχογράφησης 73, αν και τον πήραμε κουτάβι από το Δρυμό, από τη βλάχικη οικογένεια Μπουγιουκλή που είχαν πρόβατα και τσομπανόσκυλα. «Anda neasemu̯ Drimila, vidzură cîńiĺi aclo iu avea, la mana, şi vrea şi eĺi̯ unu̯ cîne.» (Όταν πήγαμε στο Δρυμό, είδανε τα σκυλιά εκεί που είχε, στη μάνα, και θέλανε και αυτοί ένα σκυλί). Ο Νταγιάν όταν μεγάλωσε μας ακολουθούσε παντού. «Tsi cîne bunu̯ iara. Ca cumu̯ vegĺă cupiiĺi, atseĺńi buńiĺi, aşi vigĺa şi elu̯ taifa ama…» (Τί σκύλος καλός ήταν. Όπως φυλάνε τα κοπάδια, εκείνα τα καλά σκυλιά, έτσι φύλαγε κι αυτός την οικογένεια μου). Εμένα με άφηνε το πρωί στο σχολείο, μετά έφευγε να κάνει τα κουμάντα του, και επέστρεφε πριν το τελευταίο κουδούνι για να με πάει σπίτι. «Lu aveamu̯ ca oδiγo. Nă dutsea, nă alăşa, şi s’ tărna năpoi.» (Τον είχαμε σαν οδηγό. Μας πήγαινε, μας άφηνε, και γυρνούσε πίσω).