73. «Iara ună casă multu muşată…» – Το παλιό πατρικό στο Δρυμό

Ηχογράφηση με τη μητέρα μου, Μαρία Λέντζιου Σίββα (Νέα Ευκαρπία, 9 Φλεβάρη 2022). Ihuγrafişi̯ cu dada, Maria Lendziou Sivva (Limbet, la 9 di Şcurt 2022). Η μητέρα μου περιγράφει με συγκίνηση το παλιό πατρικό σπίτι στο Δρυμό. Μέσα από τις περιγραφές ξετυλίγονται και μικρές ιστορίες της οικογένειας, από τα παιδικά χρόνια της μητέρας μου μέχρι και την απώλεια του παππού μου. Αφηγείται και μια ιστορία για το τσομπανόσκυλο τους, το Νταγιάν. Όταν ο παππούς μου πούλησε τα λίγα πρόβατα που κρατούσαν στο χαγιάτι, στο πατρικό, σε κάποιον στην Αυγή, πέρα από το Λαγκαδά, η οικογένεια έδωσε και το σκυλί, τον Νταγιάν. Ne ala Daγianlu omos nu lu arişi aclo… (Ναι, αλλά του Νταγιάν δεν του άρεσε εκεί…) Vria casa, tsi aclo durńa şi aclo apirea… (Ήθελε το σπίτι, που εκεί κοιμόταν κι εκεί ξημέρωνε). Ο σκύλος ‘παρέδωσε’ τα πρόβατα στην Αυγή, αλλά κατάλαβε οτι δεν θα επέστρεφαν. Οπότε έφυγε μόνος του και επέστρεψε στο πατρικό από πάρα πολλά χιλιόμετρα μακριά. Έτσι ένα πρωί τον είδαν ξαφνικά πάλι στην αυλή τους. Cînili aclo pi scări tu trita scala… aclo s’adna… (Ο σκύλος εκεί στη σκάλα στο τρίτο σκαλοπάτι… εκεί μαζευόταν…) Συγκινηθήκανε και κλάψανε (plîmsimu̯). Cum vini aestu cînili di ahîtî̯ hiĺiometri năpoi… (Πώς ήρθε αυτό το σκυλί από τέτοια/τόσα χιλιόμετρα πίσω…). Με την επιστροφή του, τον κρατήσανε.

Στην εσωτερική αυλή του παλιού πατρικού στο Δρυμό, πιθανότατα το 1977. Η γιαγιά μου Πολυξένη Λέντζιου με τις τρεις κόρες της και το τρίτο της εγγόνι. Καθιστή δίπλα της η μεγάλη της κόρη, και μητέρα μου, Μαρία Λέντζιου Σίββα. Μπροστά στη μητέρα μου εγώ. Όρθιες, αριστερά η Στέλλα Λέντζιου, δεξιά η Κούλα Λέντζιου. Ψηλά στα σκαλιά, η κεντρική είσοδος. Αριστερά της εισόδου ήταν το σαλόνι (διακρίνονται εδώ το πρώτο παράθυρο και η αρχή του δεύτερου), Πιο πέρα, αριστερά του σαλονιού, ήταν το δωμάτιο των γονιών της μητέρας μου (δεν φαίνεται στη φωτό). Δεξιά της κεντρικής εισόδου, υπήρχαν τρία δωμάτια: των παιδιών, των παππούδων, και το casa marea (δηλαδή το δωμάτιο όπου αποθηκεύονταν τρόφιμα και όπου υπήρχε το stoɡu̯, μια στοίβα από χειροποίητες βελέντζες και κουβέρτες, καθώς δεν υπήρχαν τότε ντουλάπες για αποθήκευση). Εδώ διακρίνονται τα δυο παράθυρα του πρώτου δωματίου, των παιδιών. Ο Νταγιάν, το σκυλί στην αφήγηση, ξεκουραζόταν στο τρίτο σκαλοπάτι από κάτω, γιατί ήταν γωνιακό και πιο φαρδύ. Από το φωτογραφικό αρχείο της μητέρας μου.