67. Cînticu̯: Ń’ aveamu̯ unu̯ doru̯ dit hoară

Ηχογράφηση με τη μητέρα μου, Μαρία Λέντζιου Σίββα (Νέα Ευκαρπία, 20 Οκτωβρίου 2021). Ihuγrafişi̯ cu dada, Maria Lendziou Sivva (Limbeti̯ , la 20 di Sumenturu̯ 2021). Απόσπασμα από την Ηχογράφηση 39, στο σημείο που η μητέρα μου τραγουδα το ‘Ń’ aviamu̯ unu̯ doru̯ dit hoară’, ένα ιδιαίτερο τραγούδι για τους Μεγαλολιβαδιώτες. Το ποίημα, σύμφωνα με τον παππού μου Μιχάλη Λέντζιο, γράφτηκε το 1938 από το Μεγαλολιβαδιώτη μετανάστη Γ. Μέρκα, όταν ήρθε από τη Ρουμανία και είδε μεγάλο μέρος του χωριού ερειπωμένο, ερημωμένο. Ένα μεγάλο κομμάτι του χωριού είχε ήδη μεταναστεύσει στη Ρουμανία δέκα χρόνια πριν. Την πληροφορία αυτή από τον παππού μου σημειώνει η θεία μου Κούλα Λέντζιου Τρίκου στο βιβλίο της Μεγάλα Λιβάδια Πάικου – Βλάχικα Τραγούδια και Ποιήματα (Αυτοέκδοση, Θεσσαλονίκη: 2011). «Είχα έναν πόνο από χωριό, από τα βουνά εκείνα με τις οξιές, να εμφανιζόμουν μια φορά ακόμη, στα δάση σαν μικρός να τρέχω… Να βγούμε στο χορτάρι το πράσινο, για να πιούμε ένα κρύο νερό, νερό κρύο από την πηγή, λε λε Καλύβια με πόνο

1926. Ο παππούς μου, Μιχάλης Λέντζιος, σε ηλικία 4 ετών, δίπλα στην αδερφή του Κυράτσα Λέντζιου Μίσσιου, γεννηθείσα το 1906. Στον αποχαιρετσμό του άνδρα της, Σωκράτη Μίσσια, για τη νότια Δοβρουτσά (τότε Ρουμανία). Η τέτα-Κυράτσα θα τον ακολουθούσε το 1928. Το ζευγάρι επισκέφτηκε τον παππού μου στο Δρυμό το 1964, για έξι μήνες (δείτε ηχογράφηση 39). Η φωτογραφία μου δόθηκε από τη θεία μου, Κούλα Λέντζιου-Τρίκου. Στη θεία μου δόθηκε από την οικογένεια της Στυργιάνας Γ. Λέντζιου Τζώτζη στο χωριό Καλή. Η Στυργιάνα ήταν αδερφή του παππού Μιχάλη και της Κυράτσας. Τα πρόσωπα τα είχε αναγνωρίσει ο ίδιος ο παππούς Μιχάλης.