Ηχογράφηση με τη μητέρα μου, Μαρία Λέντζιου Σίββα (Νέα Ευκαρπία, 20 Οκτωβρίου 2021). Ihuγrafisi̯ cu dada, Maria Lendziou Sivva (Limbeti̯ , la 20 di Sumeduru̯ 2021). (Η μητέρα μου θέλει να διορθώσει δύο γλωσσικά λάθη μεταξύ 0.32 και 0.52 της ηχογράφησης: το 1926 έπρεπε να είναι ‘unu̯ niĺι nau şuti şeaspru̯ γingits’, και το 1928 ‘unu̯ niĺι nau şuti optuspru̯ γingits‘). Στη δεκαετία του ’20, πολλοί Μεγαλολιβαδιώτες έφυγαν για να εγκατασταθούν στη Ρουμανία (multsî̯ Armîńi̯ fudziră, multi fumeĺi fudziră). Ανάμεσα τους, η αδερφή του παππού μου Μιχάλη Λέντζιου, τέτα Κυράτσα Λέντζιου Μίσσιου, και ο σύζυγος της, Σωκρατης Μίσσιας/Μίσσιου (το 1928 και το 1926 αντίστοιχα) – i̯ara fugatsî̯ di la Călivi. Μένανε στο Οτοπέν, έξω από το Βουκουρέστι. Ήταν ανάμεσα στους πρώτους συγγενείς που μπόρεσαν να επισκεφτούν την Ελλάδα μετά το άνοιγμα των συνόρων, την άνοιξη του 1964 (ή 1965), μετά από πρόσκληση του παππού μου. Μείνανε στο πατρικό στο Δρυμό για έξι μήνες. Η μητέρα μου αφηγείται αναμνήσεις από τη διαμονή τους εκεί και τα έντονα συναισθήματα χαράς και πόνου συνάμα. Τους υποδέχτηκε όλο το σόι στο σιδηροδρομικό σταθμό της Θεσσαλονίκης. Έπειτα, κάθε βράδυ στο σπίτι ήταν μια γιορτή: φαγητό, τραγούδι, χορός, επισκέπτες. Κάνανε πολλές επισκέψεις: (α) στο χωριό τους τα Μεγάλα Λιβάδια, το οποίο το είχαν αφήσει ζωντανό και τώρα το αντίκρυσαν κατεστραμμένο και ερειπωμένο μετά το κάψιμο του δυο φορές, από τους Γερμανούς και στον Εμφύλιο, (β) στην Καμάρα του Δρυμού για να δουν το χώρο που στεγαζόταν παλιά η οικογένεια Λέντζιου με τα μαντριά και το παλιό τυροκομείο (πλέον δεν υπήρχε τίποτα καθώς η οικογένεια είχε ήδη μετακομίσει μέσα στο Δρυμό, αλλά η μητέρα μου εδώ περιγράφει πώς ήταν η Καμάρα παλιά μέχρι το 1949), (γ) στο σόι της τέτας (Γιαννιτσά, Πέντε Βρύσες, Καλή Γιαννιτσών, Λάκκα, Αχλαδοχώρι, Αραβησσός) και (δ) στο σόι του θείου Σωκράτη (Ωραιόκαστρο, Βαφειοχώρι). Η μητέρα μου τραγουδάει και δύο από τα τραγούδια που τραγουδούσαν όλοι μαζί τα βράδυα: (α) το βλαχόφωνο ‘Ń‘ aveamu̯ unu̯ doru̯ dit hoară‘ – ‘Είχα έναν πόνο για το χωριό’, το οποίο ήταν σαν ένας ύμνος για τους Μεγαλολιβαδιώτες για το χωριό τους, και η θεία ήθελε να το ακούει συχνά, και (β) το ελληνόφωνο ‘Σ’αυτές τις ράχες τις ψηλές‘ , το οποίο η θεία ήθελε να ακούει από τη μητέρα μου σαν αφιέρωση στον παππού Τζιώγκα. Ο παππούς Τζιώγκας δάκρυζε από συγκίνηση και έλεγε στη μητέρα μου: La paplu, tsi bunu̯ cînticu̯ iasti aestu tse cîntzî̯ ! (Εγγονούλα του παππού, τί ωραίο τραγούδι είναι αυτό που τραγουδάς!). Μαζί δάκρυζε και η τέτα Κυράτσα. Η θεία Κυράτσα αγαπούσε τη μητέρα μου για το χαρακτήρα της αλλά και γιατί είχε το όνομα της μητέρας της (Μαρία Στάμου Λέντζιου). Οι επισκέπτες αποχώρησαν μετά από έξι μήνες, το φθινόπωρο του 1964 (ή 1965), και όλο το σόι συγκεντρώθηκε και πάλι στο σταθμό της Θεσσαλονίκης για να τους αποχαιρετίσει.


Η μητέρα μου παρέθεσε τις ακόλουθες πληροφορίες:
Όρθιοι από τέρμα δεξιά, (1) Γκαλιμάνης Δημήτριος, Θεσσαλονίκη (έμενε στη Μελενίκου) (2) η Αναστασία Σαραμάντου Λέντζιου, η dada marea (σύζυγος του Νίκου Γ. Λέντζιου, αδερφού του παππού μου Μιχάλη), Δρυμός, (3) Μαριγούλα Τίκα Λέντζιου (νύφη του παππού Φώτη Λέντζιου, γυναίκα του Κώστα Φ. Λέντζιου), Αραβησσός.
Από εκεί, στην πίσω σειρά όρθιοι: (4) Νίκος Γ. Λέντζιος, αδερφός του παππού μου (afendi mari), σύζυγος της Αναστασίας Σαραμάντου Λέντζιου, Δρυμός, (5) Κώστας Φ. Λέντζιος, ο μοναχογιός του Φώτη Λέντζιου, Αραβησσός, (6) Κώστας Φαρίνης, συνδέεται με τους Λέντζιους μέσω της συζύγου του, Σουλτάνα Ψάλτου, Πέντε Βρύσες, (7) Οάνε αλ Σαραμάντου (Oane al Saramandu) – Ιωάννης Σαραμάντος, γαμπρός του Σωκράτη Μίσσιου, Βαφειοχώρι, (8) η σύζυγος του Ιωάννη Σαραμάντου [tsal-Oane, δεν έχουμε όνομα], αδερφή του Σωκράτη Μίσσιου, Βαφειοχώρι, (9) Κόλα αλ Σαραμάντου (Cola al-Saramandu, Νίκος Σαραμάντος), γιος του Οάνε αλ Σαραμάντου, Βαφειοχώρι, (10) ο παππούς μου Μιχάλης Γ. Λέντζιος, Δρυμός, (11) δεν μπορούμε να εξακριβώσουμε ποιός είναι, ενδέχεται να είναι ο Φώτης Κ. Λέντζιος, ο μεγαλύτερος εγγονός του Φώτη Λέντζιου, Αραβησσός, (12) Σουλτάνα (Τάνα) Φαρίνη, πρώτη ξαδέρφη της Κυράτσας Λέντζιου, (13) η teta-Lena, Λένα Λέντζιου Σωτηρίου, αδερφή του παππού Μιχάλη, Πέντε Βρύσες, (14) δεν μπορούμε να εξακριβώσουμε ποιός είναι, αλλά πιθανόν να είναι ο Γιώργος Δουτσιρέλης, σύζυγος της Κυράτσας Λέντζιου του Νικολάου, κόρη του afendi mari, Πηγή Αξιούπολης στην περιφέρεια Κιλκίς (15) η μητέρα μου Μαρία Λέντζιου, Δρυμός (αργότερα Νέα Ευκαρπία), (16) τέρμα αριστερά, μισή στη φωτογραφία, πιθανότατα η tsal-Nicu του Παρπόρη (δεν θυμόμαστε το μικρό της όνομα), συγγένεια με το Σωκράτη Μίσσιου, Παλιόκαστρο.
Συνεχίζοντας ζιγκ-ζαγκ από αριστερά προς δεξιά, (17) καθιστή η Ζωίτσα Λέντζιου Λυσίτσα, αδερφή του παππού Μιχάλη, Λάκκα Γιαννιτσών. Από εκεί, στην πάνω σειρά καθιστών, (18) η τέτα- Κυράτσα Λέντζιου Μίσσιου, η αδερφή του παππού Μιχάλη, που επισκέφτηκε από τη Ρουμανία, (19) η τέτα-Στυργιάννα, Στυργιάννα Λέντζιου Τζώτζη, αδερφή του παππού Μιχάλη, Καλή Γιαννιτσών, (20) με τη γκλίτσα ο Σωκράτης Μίσσιου, σύζυγος της Κυράτσας Λέντζιου Μίσσιου, δηλαδή το ζευγάρι-επισκέπτες από τη Ρουμανία, (21) ο Αστέριος Κωστίκας, σύζυγος της Σουλτάνας Λέντζιου Κωστίκα, αδερφή του παππού Μιχάλη, Αχλαδοχώρι Γιαννιτσών, (22) δίπλα του η σύζυγός του, Σουλτάνα (τετά-Τάνα) Λέντζιου Κωστίκα, αδερφή του παππού μου Μιχάλη, Αχλαδοχώρι Γιαννιτσών.
Στρίβουμε ζιγκ-ζαγκ στους τέρμα κάτω καθιστούς, από δεξιά προς αριστερά, (23) Αναστάσιος Τζώτζης, σύζυγος της Στυργιάννας Λέντζιου Τζώτζη, Καλή Γιαννιτσών, (24) Νικόλαος (lali-Cola) Λυσίτσας, σύζυγος Ζωίτσας Λέντζιου Λυσίτσας, Λάκκα Γιαννιτσών.